https://retrodb.gr/wiki/index.php?title=%CE%9C%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%AC%CE%BA%CE%B7%CF%82&feed=atom&action=historyΜάνος Κατράκης - Ιστορικό εκδόσεων2024-03-28T10:54:04ZΙστορικό αναθεωρήσεων για αυτή τη σελίδα στο wikiMediaWiki 1.36.1https://retrodb.gr/wiki/index.php?title=%CE%9C%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%AC%CE%BA%CE%B7%CF%82&diff=253098&oldid=prevNasos στις 19:50, 22 Μαρτίου 20242024-03-22T19:50:51Z<p></p>
<table style="background-color: #fff; color: #202122;" data-mw="interface">
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<tr class="diff-title" lang="el">
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">← Παλαιότερη αναθεώρηση</td>
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">Αναθεώρηση της 19:50, 22 Μαρτίου 2024</td>
</tr><tr><td colspan="2" class="diff-lineno" id="mw-diff-left-l1">Γραμμή 1:</td>
<td colspan="2" class="diff-lineno">Γραμμή 1:</td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div><gallery></div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div><gallery></div></td></tr>
<tr><td colspan="2"></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div><ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">Image: manoskatrakis62.jpg</ins></div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Image: manoskatrakis1.JPG</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Image: manoskatrakis1.JPG</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Image: katrakis1.jpg</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Image: katrakis1.jpg</div></td></tr>
</table>Nasoshttps://retrodb.gr/wiki/index.php?title=%CE%9C%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%AC%CE%BA%CE%B7%CF%82&diff=221002&oldid=prevMandrake στις 15:48, 8 Ιουνίου 20202020-06-08T15:48:25Z<p></p>
<table style="background-color: #fff; color: #202122;" data-mw="interface">
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<tr class="diff-title" lang="el">
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">← Παλαιότερη αναθεώρηση</td>
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">Αναθεώρηση της 15:48, 8 Ιουνίου 2020</td>
</tr><tr><td colspan="2" class="diff-lineno" id="mw-diff-left-l7">Γραμμή 7:</td>
<td colspan="2" class="diff-lineno">Γραμμή 7:</td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|dod=2 Σεπτεμβρίου 1984</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|dod=2 Σεπτεμβρίου 1984</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker" data-marker="−"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #ffe49c; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|com=Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης Κατράκη. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο γοήτευε το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του "Κεραυνού" και μετά στον "Αθηναϊκό". Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο "προστάτης" της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης '''[[Κώστας Λελούδας]]''' θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία "Το Λάβαρο Του '21" ('28). Ταυτόχρονα σχεδόν, συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του "Θιάσου Νέων" του [[Ανδρέας Παντόπουλος|'''Ανδρέα Παντόπουλου''']] και του "Θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη", μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο "Εθνικό Θέατρο" (1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για εκείνον. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο [[Δημήτρης Μητρόπουλος|'''Δημήτρη Μητρόπουλο''']]) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών με την, επίσης ηθοποιό, '''[[Άννα Λώρη]]''' (χώρισαν το 1935). Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους "Λουδοβίκου Λούη", "Μήτσου Μυράτ", "Βασίλη Αργυρόπουλου" και "Μαρίκας Κοτοπούλη" μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το "Εθνικό θέατρο". Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο "Ε.Α.Μ." και στην Αριστερά, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του "Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών" συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο "Εθνικό Θέατρο" για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει δήλωση μετανοίας, εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Άι Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο [[Γιάννης Ρίτσος (I)|'''Γιάννης Ρίτσος''']] και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον Άι Στράτη.</div></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|com=Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης Κατράκη. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο γοήτευε το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του "Κεραυνού" και μετά στον "Αθηναϊκό". Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο "προστάτης" της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης '''[[Κώστας Λελούδας]]''' θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία "Το Λάβαρο Του '21" ('28). Ταυτόχρονα σχεδόν, συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του "Θιάσου Νέων" του [[Ανδρέας Παντόπουλος|'''Ανδρέα Παντόπουλου''']] και του "Θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη", μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο "Εθνικό Θέατρο" (1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για εκείνον. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο [[Δημήτρης Μητρόπουλος|'''Δημήτρη Μητρόπουλο''']]) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών με την, επίσης ηθοποιό, '''[[Άννα Λώρη]]''' (<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">ήταν ο πρώτος της σύζυγος και </ins>χώρισαν το 1935). Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους "Λουδοβίκου Λούη", "Μήτσου Μυράτ", "Βασίλη Αργυρόπουλου" και "Μαρίκας Κοτοπούλη" μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το "Εθνικό θέατρο". Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο "Ε.Α.Μ." και στην Αριστερά, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του "Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών" συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο "Εθνικό Θέατρο" για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει δήλωση μετανοίας, εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Άι Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο [[Γιάννης Ρίτσος (I)|'''Γιάννης Ρίτσος''']] και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον Άι Στράτη.</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951-1952 διοργανώνει "ποιητικές απογευματινές" στο θέατρο "Μουσούρη". Το 1952 πρωταγωνίστησε στον "Προμηθέα" του Αισχύλου με τον "Θυμελικό Θίασο" του [[Λίνος Καρζής|'''Λίνου Καρζή''']] σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο "Θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη" και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του "Θεάτρου Αθηνών" και από το επόμενο έτος του "Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου" στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), την '''[[Λίντα Άλμα]]''', μετά από μια θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή του, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε & έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το "Άξιον Εστί" του [[Οδυσσέας Ελύτης|'''Οδυσσέα Ελύτη''']] ή το "Πέντε η Ώρα που Βραδιάζει" από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του [[Federico Garcia Lorca|'''Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα''']]), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το "Ταξίδι στα Κύθηρα" με σκηνοθέτη τον [[Θόδωρος Αγγελόπουλος|'''Θόδωρο Αγγελόπουλο''']]- άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 76 ετών.</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951-1952 διοργανώνει "ποιητικές απογευματινές" στο θέατρο "Μουσούρη". Το 1952 πρωταγωνίστησε στον "Προμηθέα" του Αισχύλου με τον "Θυμελικό Θίασο" του [[Λίνος Καρζής|'''Λίνου Καρζή''']] σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο "Θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη" και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του "Θεάτρου Αθηνών" και από το επόμενο έτος του "Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου" στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), την '''[[Λίντα Άλμα]]''', μετά από μια θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή του, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε & έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το "Άξιον Εστί" του [[Οδυσσέας Ελύτης|'''Οδυσσέα Ελύτη''']] ή το "Πέντε η Ώρα που Βραδιάζει" από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του [[Federico Garcia Lorca|'''Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα''']]), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το "Ταξίδι στα Κύθηρα" με σκηνοθέτη τον [[Θόδωρος Αγγελόπουλος|'''Θόδωρο Αγγελόπουλο''']]- άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 76 ετών.</div></td></tr>
</table>Mandrakehttps://retrodb.gr/wiki/index.php?title=%CE%9C%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%AC%CE%BA%CE%B7%CF%82&diff=214366&oldid=prevMandrake στις 15:45, 10 Δεκεμβρίου 20192019-12-10T15:45:53Z<p></p>
<table style="background-color: #fff; color: #202122;" data-mw="interface">
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<tr class="diff-title" lang="el">
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">← Παλαιότερη αναθεώρηση</td>
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">Αναθεώρηση της 15:45, 10 Δεκεμβρίου 2019</td>
</tr><tr><td colspan="2" class="diff-lineno" id="mw-diff-left-l7">Γραμμή 7:</td>
<td colspan="2" class="diff-lineno">Γραμμή 7:</td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|dod=2 Σεπτεμβρίου 1984</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|dod=2 Σεπτεμβρίου 1984</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker" data-marker="−"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #ffe49c; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|com=Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης Κατράκη. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο γοήτευε το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του "Κεραυνού" και μετά στον "Αθηναϊκό". Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο "προστάτης" της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης '''[[Κώστας Λελούδας]]''' θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία "Το Λάβαρο Του '21" ('28). Ταυτόχρονα σχεδόν, συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του "Θιάσου Νέων" του [[Ανδρέας Παντόπουλος|'''Ανδρέα Παντόπουλου''']] και του "Θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη", μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο "Εθνικό Θέατρο" (1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για εκείνον. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο [[Δημήτρης Μητρόπουλος|'''Δημήτρη Μητρόπουλο''']]) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών με την, επίσης ηθοποιό, '''[[Άννα Λώρη]]'''. Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους "Λουδοβίκου Λούη", "Μήτσου Μυράτ", "Βασίλη Αργυρόπουλου" και "Μαρίκας Κοτοπούλη" μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το "Εθνικό θέατρο". Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο "Ε.Α.Μ." και στην Αριστερά, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του "Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών" συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο "Εθνικό Θέατρο" για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει δήλωση μετανοίας, εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Άι Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο [[Γιάννης Ρίτσος (I)|'''Γιάννης Ρίτσος''']] και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον Άι Στράτη.</div></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|com=Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης Κατράκη. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο γοήτευε το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του "Κεραυνού" και μετά στον "Αθηναϊκό". Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο "προστάτης" της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης '''[[Κώστας Λελούδας]]''' θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία "Το Λάβαρο Του '21" ('28). Ταυτόχρονα σχεδόν, συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του "Θιάσου Νέων" του [[Ανδρέας Παντόπουλος|'''Ανδρέα Παντόπουλου''']] και του "Θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη", μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο "Εθνικό Θέατρο" (1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για εκείνον. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο [[Δημήτρης Μητρόπουλος|'''Δημήτρη Μητρόπουλο''']]) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών με την, επίσης ηθοποιό, '''[[Άννα Λώρη]]''' <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">(χώρισαν το 1935)</ins>. Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους "Λουδοβίκου Λούη", "Μήτσου Μυράτ", "Βασίλη Αργυρόπουλου" και "Μαρίκας Κοτοπούλη" μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το "Εθνικό θέατρο". Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο "Ε.Α.Μ." και στην Αριστερά, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του "Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών" συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο "Εθνικό Θέατρο" για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει δήλωση μετανοίας, εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Άι Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο [[Γιάννης Ρίτσος (I)|'''Γιάννης Ρίτσος''']] και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον Άι Στράτη.</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker" data-marker="−"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #ffe49c; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951-1952 διοργανώνει "ποιητικές απογευματινές" στο θέατρο "Μουσούρη". Το 1952 πρωταγωνίστησε στον "Προμηθέα" του Αισχύλου με τον "Θυμελικό Θίασο" του [[Λίνος Καρζής|'''Λίνου Καρζή''']] σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο "Θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη" και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του "Θεάτρου Αθηνών" και από το επόμενο έτος του "Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου" στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), την '''[[Λίντα Άλμα]]''' μετά από <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">μία </del>θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή του, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε & έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το "Άξιον Εστί" του [[Οδυσσέας Ελύτης|'''Οδυσσέα Ελύτη''']] ή το "Πέντε η Ώρα που Βραδιάζει" από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του [[Federico Garcia Lorca|'''Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα''']]), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το "Ταξίδι στα Κύθηρα" με σκηνοθέτη τον [[Θόδωρος Αγγελόπουλος|'''Θόδωρο Αγγελόπουλο''']]- άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 76 ετών.</div></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951-1952 διοργανώνει "ποιητικές απογευματινές" στο θέατρο "Μουσούρη". Το 1952 πρωταγωνίστησε στον "Προμηθέα" του Αισχύλου με τον "Θυμελικό Θίασο" του [[Λίνος Καρζής|'''Λίνου Καρζή''']] σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο "Θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη" και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του "Θεάτρου Αθηνών" και από το επόμενο έτος του "Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου" στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), την '''[[Λίντα Άλμα]]'''<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">, </ins>μετά από <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">μια </ins>θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή του, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε & έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το "Άξιον Εστί" του [[Οδυσσέας Ελύτης|'''Οδυσσέα Ελύτη''']] ή το "Πέντε η Ώρα που Βραδιάζει" από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του [[Federico Garcia Lorca|'''Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα''']]), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το "Ταξίδι στα Κύθηρα" με σκηνοθέτη τον [[Θόδωρος Αγγελόπουλος|'''Θόδωρο Αγγελόπουλο''']]- άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 76 ετών.</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|trivia=</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|trivia=</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>}}</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>}}</div></td></tr>
</table>Mandrakehttps://retrodb.gr/wiki/index.php?title=%CE%9C%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%AC%CE%BA%CE%B7%CF%82&diff=212862&oldid=prevMandrake στις 05:58, 18 Σεπτεμβρίου 20192019-09-18T05:58:26Z<p></p>
<table style="background-color: #fff; color: #202122;" data-mw="interface">
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<tr class="diff-title" lang="el">
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">← Παλαιότερη αναθεώρηση</td>
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">Αναθεώρηση της 05:58, 18 Σεπτεμβρίου 2019</td>
</tr><tr><td colspan="2" class="diff-lineno" id="mw-diff-left-l9">Γραμμή 9:</td>
<td colspan="2" class="diff-lineno">Γραμμή 9:</td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|com=Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης Κατράκη. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο γοήτευε το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του "Κεραυνού" και μετά στον "Αθηναϊκό". Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο "προστάτης" της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης '''[[Κώστας Λελούδας]]''' θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία "Το Λάβαρο Του '21" ('28). Ταυτόχρονα σχεδόν, συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του "Θιάσου Νέων" του [[Ανδρέας Παντόπουλος|'''Ανδρέα Παντόπουλου''']] και του "Θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη", μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο "Εθνικό Θέατρο" (1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για εκείνον. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο [[Δημήτρης Μητρόπουλος|'''Δημήτρη Μητρόπουλο''']]) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών με την, επίσης ηθοποιό, '''[[Άννα Λώρη]]'''. Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους "Λουδοβίκου Λούη", "Μήτσου Μυράτ", "Βασίλη Αργυρόπουλου" και "Μαρίκας Κοτοπούλη" μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το "Εθνικό θέατρο". Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο "Ε.Α.Μ." και στην Αριστερά, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του "Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών" συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο "Εθνικό Θέατρο" για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει δήλωση μετανοίας, εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Άι Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο [[Γιάννης Ρίτσος (I)|'''Γιάννης Ρίτσος''']] και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον Άι Στράτη.</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|com=Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης Κατράκη. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο γοήτευε το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του "Κεραυνού" και μετά στον "Αθηναϊκό". Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο "προστάτης" της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης '''[[Κώστας Λελούδας]]''' θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία "Το Λάβαρο Του '21" ('28). Ταυτόχρονα σχεδόν, συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του "Θιάσου Νέων" του [[Ανδρέας Παντόπουλος|'''Ανδρέα Παντόπουλου''']] και του "Θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη", μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο "Εθνικό Θέατρο" (1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για εκείνον. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο [[Δημήτρης Μητρόπουλος|'''Δημήτρη Μητρόπουλο''']]) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών με την, επίσης ηθοποιό, '''[[Άννα Λώρη]]'''. Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους "Λουδοβίκου Λούη", "Μήτσου Μυράτ", "Βασίλη Αργυρόπουλου" και "Μαρίκας Κοτοπούλη" μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το "Εθνικό θέατρο". Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο "Ε.Α.Μ." και στην Αριστερά, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του "Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών" συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο "Εθνικό Θέατρο" για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει δήλωση μετανοίας, εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Άι Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο [[Γιάννης Ρίτσος (I)|'''Γιάννης Ρίτσος''']] και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον Άι Στράτη.</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker" data-marker="−"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #ffe49c; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951-1952 διοργανώνει "ποιητικές απογευματινές" στο θέατρο "Μουσούρη". Το 1952 πρωταγωνίστησε στον "Προμηθέα" του Αισχύλου με τον "Θυμελικό <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">θίασο</del>" του [[Λίνος Καρζής|'''Λίνου Καρζή''']] σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο "Θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη" και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του "Θεάτρου Αθηνών" και από το επόμενο έτος του "Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου" στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), την '''[[Λίντα Άλμα]]''' μετά από μία θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή του, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε & έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το "Άξιον Εστί" του [[Οδυσσέας Ελύτης|'''Οδυσσέα Ελύτη''']] ή το "Πέντε <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">Η </del>Ώρα <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">Που </del>Βραδιάζει" από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">'''</del>[[Federico Garcia Lorca<del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">]]</del>'''), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το "Ταξίδι στα Κύθηρα" με σκηνοθέτη τον [[Θόδωρος Αγγελόπουλος|'''Θόδωρο Αγγελόπουλο''']]- άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 76 ετών.</div></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951-1952 διοργανώνει "ποιητικές απογευματινές" στο θέατρο "Μουσούρη". Το 1952 πρωταγωνίστησε στον "Προμηθέα" του Αισχύλου με τον "Θυμελικό <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">Θίασο</ins>" του [[Λίνος Καρζής|'''Λίνου Καρζή''']] σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο "Θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη" και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του "Θεάτρου Αθηνών" και από το επόμενο έτος του "Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου" στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), την '''[[Λίντα Άλμα]]''' μετά από μία θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή του, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε & έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το "Άξιον Εστί" του [[Οδυσσέας Ελύτης|'''Οδυσσέα Ελύτη''']] ή το "Πέντε <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">η </ins>Ώρα <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">που </ins>Βραδιάζει" από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του [[Federico Garcia Lorca<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">|'''Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα</ins>'''<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">]]</ins>), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το "Ταξίδι στα Κύθηρα" με σκηνοθέτη τον [[Θόδωρος Αγγελόπουλος|'''Θόδωρο Αγγελόπουλο''']]- άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 76 ετών.</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|trivia=</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|trivia=</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>}}</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>}}</div></td></tr>
</table>Mandrakehttps://retrodb.gr/wiki/index.php?title=%CE%9C%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%AC%CE%BA%CE%B7%CF%82&diff=208614&oldid=prevMandrake στις 19:08, 7 Απριλίου 20182018-04-07T19:08:12Z<p></p>
<table style="background-color: #fff; color: #202122;" data-mw="interface">
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<tr class="diff-title" lang="el">
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">← Παλαιότερη αναθεώρηση</td>
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">Αναθεώρηση της 19:08, 7 Απριλίου 2018</td>
</tr><tr><td colspan="2" class="diff-lineno" id="mw-diff-left-l7">Γραμμή 7:</td>
<td colspan="2" class="diff-lineno">Γραμμή 7:</td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|dod=2 Σεπτεμβρίου 1984</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|dod=2 Σεπτεμβρίου 1984</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker" data-marker="−"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #ffe49c; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|com=Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης Κατράκη. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"</del>γοήτευε<del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">" </del>το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του "Κεραυνού" και μετά στον "Αθηναϊκό". Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο "προστάτης" της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης '''[[Κώστας Λελούδας]]''' θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία "Το Λάβαρο Του '21" ('28). Ταυτόχρονα σχεδόν, συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του "Θιάσου Νέων" του Ανδρέα Παντόπουλου και του "Θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη", μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο Εθνικό Θέατρο (1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">τον Κατράκη</del>. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο [[Δημήτρης Μητρόπουλος|'''Δημήτρη Μητρόπουλο''']]) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών με την, επίσης ηθοποιό, '''[[Άννα Λώρη]]'''. Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους Λουδοβίκου Λούη, Μήτσου Μυράτ, Βασίλη Αργυρόπουλου και Μαρίκας Κοτοπούλη μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το Εθνικό θέατρο. Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">ΕΑΜ </del>και στην <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">αριστερά</del>, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του "Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών" συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο "Εθνικό Θέατρο" για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"</del>δήλωση μετανοίας<del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"</del>, εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Άι Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο [[Γιάννης Ρίτσος (I)|'''Γιάννης Ρίτσος''']] και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον Άι Στράτη.</div></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|com=Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης Κατράκη. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο γοήτευε το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του "Κεραυνού" και μετά στον "Αθηναϊκό". Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο "προστάτης" της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης '''[[Κώστας Λελούδας]]''' θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία "Το Λάβαρο Του '21" ('28). Ταυτόχρονα σχεδόν, συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του "Θιάσου Νέων" του <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">[[Ανδρέας Παντόπουλος|'''</ins>Ανδρέα Παντόπουλου<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">''']] </ins>και του "Θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη", μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"</ins>Εθνικό Θέατρο<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">" </ins>(1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">εκείνον</ins>. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο [[Δημήτρης Μητρόπουλος|'''Δημήτρη Μητρόπουλο''']]) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών με την, επίσης ηθοποιό, '''[[Άννα Λώρη]]'''. Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"</ins>Λουδοβίκου Λούη<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"</ins>, <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"</ins>Μήτσου Μυράτ<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"</ins>, <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"</ins>Βασίλη Αργυρόπουλου<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">" </ins>και <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"</ins>Μαρίκας Κοτοπούλη<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">" </ins>μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"</ins>Εθνικό θέατρο<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"</ins>. Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"Ε.Α.Μ." </ins>και στην <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">Αριστερά</ins>, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του "Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών" συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο "Εθνικό Θέατρο" για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει δήλωση μετανοίας, εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Άι Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο [[Γιάννης Ρίτσος (I)|'''Γιάννης Ρίτσος''']] και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον Άι Στράτη.</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker" data-marker="−"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #ffe49c; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951-1952 διοργανώνει "ποιητικές απογευματινές" στο θέατρο "Μουσούρη". Το 1952 πρωταγωνίστησε στον "Προμηθέα" του Αισχύλου με τον "Θυμελικό θίασο" του Καρζή σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">θίασο </del>της Κοτοπούλη και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του "Θεάτρου Αθηνών" και από το επόμενο έτος του "Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου" στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), την '''[[Λίντα Άλμα]]''' μετά από μία θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">για τον Κατράκη</del>, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">Μάνου Κατράκη </del>ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">και </del>έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το "Άξιον Εστί" του Ελύτη ή το "Πέντε Η Ώρα Που Βραδιάζει" από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του Federico Garcia Lorca), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το "Ταξίδι στα Κύθηρα" με σκηνοθέτη τον [[Θόδωρος Αγγελόπουλος|'''Θόδωρο Αγγελόπουλο''']]- άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 76 ετών.</div></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951-1952 διοργανώνει "ποιητικές απογευματινές" στο θέατρο "Μουσούρη". Το 1952 πρωταγωνίστησε στον "Προμηθέα" του Αισχύλου με τον "Θυμελικό θίασο" του <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">[[Λίνος Καρζής|'''Λίνου </ins>Καρζή<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">''']] </ins>σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"Θίασο </ins>της <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">Μαρίκας </ins>Κοτοπούλη<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">" </ins>και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του "Θεάτρου Αθηνών" και από το επόμενο έτος του "Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου" στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), την '''[[Λίντα Άλμα]]''' μετά από μία θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">του</ins>, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">& </ins>έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το "Άξιον Εστί" του <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">[[Οδυσσέας Ελύτης|'''Οδυσσέα </ins>Ελύτη<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">''']] </ins>ή το "Πέντε Η Ώρα Που Βραδιάζει" από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">'''[[</ins>Federico Garcia Lorca<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">]]'''</ins>), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το "Ταξίδι στα Κύθηρα" με σκηνοθέτη τον [[Θόδωρος Αγγελόπουλος|'''Θόδωρο Αγγελόπουλο''']]- άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 76 ετών.</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|trivia=</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|trivia=</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>}}</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>}}</div></td></tr>
</table>Mandrakehttps://retrodb.gr/wiki/index.php?title=%CE%9C%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%AC%CE%BA%CE%B7%CF%82&diff=207822&oldid=prevMandrake στις 19:47, 26 Μαρτίου 20182018-03-26T19:47:40Z<p></p>
<table style="background-color: #fff; color: #202122;" data-mw="interface">
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<tr class="diff-title" lang="el">
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">← Παλαιότερη αναθεώρηση</td>
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">Αναθεώρηση της 19:47, 26 Μαρτίου 2018</td>
</tr><tr><td colspan="2" class="diff-lineno" id="mw-diff-left-l7">Γραμμή 7:</td>
<td colspan="2" class="diff-lineno">Γραμμή 7:</td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|dod=2 Σεπτεμβρίου 1984</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|dod=2 Σεπτεμβρίου 1984</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker" data-marker="−"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #ffe49c; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|com=Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης Κατράκη. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο "γοήτευε" το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του "Κεραυνού" και μετά στον "Αθηναϊκό". Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο "προστάτης" της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης '''[[Κώστας Λελούδας]]''' θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία "Το Λάβαρο Του '21" ('28). Ταυτόχρονα σχεδόν, συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του "Θιάσου Νέων" του Ανδρέα Παντόπουλου και του "Θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη", μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο Εθνικό Θέατρο (1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για τον Κατράκη. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο [[Δημήτρης Μητρόπουλος|'''Δημήτρη Μητρόπουλο''']]) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών με την, επίσης ηθοποιό, '''[[Άννα Λώρη]]'''. Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους Λουδοβίκου Λούη, Μήτσου Μυράτ, Βασίλη Αργυρόπουλου και Μαρίκας Κοτοπούλη μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το Εθνικό θέατρο. Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο ΕΑΜ και στην αριστερά, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του "Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών" συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο "Εθνικό Θέατρο" για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει "δήλωση μετανοίας", εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Άι Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο '''<del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">[[</del>Γιάννης Ρίτσος<del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">]]</del>''' και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον Άι Στράτη.</div></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|com=Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης Κατράκη. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο "γοήτευε" το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του "Κεραυνού" και μετά στον "Αθηναϊκό". Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο "προστάτης" της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης '''[[Κώστας Λελούδας]]''' θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία "Το Λάβαρο Του '21" ('28). Ταυτόχρονα σχεδόν, συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του "Θιάσου Νέων" του Ανδρέα Παντόπουλου και του "Θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη", μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο Εθνικό Θέατρο (1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για τον Κατράκη. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο [[Δημήτρης Μητρόπουλος|'''Δημήτρη Μητρόπουλο''']]) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών με την, επίσης ηθοποιό, '''[[Άννα Λώρη]]'''. Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους Λουδοβίκου Λούη, Μήτσου Μυράτ, Βασίλη Αργυρόπουλου και Μαρίκας Κοτοπούλη μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το Εθνικό θέατρο. Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο ΕΑΜ και στην αριστερά, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του "Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών" συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο "Εθνικό Θέατρο" για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει "δήλωση μετανοίας", εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Άι Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">[[Γιάννης Ρίτσος (I)|</ins>'''Γιάννης Ρίτσος'''<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">]] </ins>και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον Άι Στράτη.</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951-1952 διοργανώνει "ποιητικές απογευματινές" στο θέατρο "Μουσούρη". Το 1952 πρωταγωνίστησε στον "Προμηθέα" του Αισχύλου με τον "Θυμελικό θίασο" του Καρζή σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο θίασο της Κοτοπούλη και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του "Θεάτρου Αθηνών" και από το επόμενο έτος του "Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου" στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), την '''[[Λίντα Άλμα]]''' μετά από μία θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή για τον Κατράκη, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του Μάνου Κατράκη ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε και έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το "Άξιον Εστί" του Ελύτη ή το "Πέντε Η Ώρα Που Βραδιάζει" από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του Federico Garcia Lorca), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το "Ταξίδι στα Κύθηρα" με σκηνοθέτη τον [[Θόδωρος Αγγελόπουλος|'''Θόδωρο Αγγελόπουλο''']]- άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 76 ετών.</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951-1952 διοργανώνει "ποιητικές απογευματινές" στο θέατρο "Μουσούρη". Το 1952 πρωταγωνίστησε στον "Προμηθέα" του Αισχύλου με τον "Θυμελικό θίασο" του Καρζή σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο θίασο της Κοτοπούλη και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του "Θεάτρου Αθηνών" και από το επόμενο έτος του "Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου" στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), την '''[[Λίντα Άλμα]]''' μετά από μία θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή για τον Κατράκη, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του Μάνου Κατράκη ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε και έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το "Άξιον Εστί" του Ελύτη ή το "Πέντε Η Ώρα Που Βραδιάζει" από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του Federico Garcia Lorca), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το "Ταξίδι στα Κύθηρα" με σκηνοθέτη τον [[Θόδωρος Αγγελόπουλος|'''Θόδωρο Αγγελόπουλο''']]- άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 76 ετών.</div></td></tr>
</table>Mandrakehttps://retrodb.gr/wiki/index.php?title=%CE%9C%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%AC%CE%BA%CE%B7%CF%82&diff=207820&oldid=prevMandrake στις 19:45, 26 Μαρτίου 20182018-03-26T19:45:30Z<p></p>
<table style="background-color: #fff; color: #202122;" data-mw="interface">
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<tr class="diff-title" lang="el">
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">← Παλαιότερη αναθεώρηση</td>
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">Αναθεώρηση της 19:45, 26 Μαρτίου 2018</td>
</tr><tr><td colspan="2" class="diff-lineno" id="mw-diff-left-l7">Γραμμή 7:</td>
<td colspan="2" class="diff-lineno">Γραμμή 7:</td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|dod=2 Σεπτεμβρίου 1984</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|dod=2 Σεπτεμβρίου 1984</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker" data-marker="−"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #ffe49c; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|com=Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">στις 14 Αυγούστου του 1908 </del>στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">έμπορου </del>Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">«γοήτευε» </del>το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">«Κεραυνού» </del>και μετά στον <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">«Αθηναϊκό»</del>. Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">«προστάτης» </del>της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης Κώστας Λελούδας θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">«Το λάβαρο του </del>'<del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">21» </del>(<del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">1928</del>). Ταυτόχρονα σχεδόν συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">«Θιάσου Νέων» </del>του Ανδρέα Παντόπουλου και του <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">θιάσου </del>της Μαρίκας Κοτοπούλη, μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο Εθνικό Θέατρο (1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για τον Κατράκη. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο Δημήτρη Μητρόπουλο) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών<del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">, </del>με την επίσης ηθοποιό, Άννα Λώρη. Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους Λουδοβίκου Λούη, Μήτσου Μυράτ, Βασίλη Αργυρόπουλου και Μαρίκας Κοτοπούλη μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το Εθνικό θέατρο. Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο ΕΑΜ και στην αριστερά, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο Εθνικό Θέατρο για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">«δήλωση μετανοίας»</del>, εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">Αη </del>Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο Γιάννης Ρίτσος και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">Άη </del>Στράτη<del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">. Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951-1952 διοργανώνει «ποιητικές απογευματινές» στο θέατρο "Μουσούρη". Το 1952 πρωταγωνίστησε στον «Προμηθέα» του Αισχύλου με τον Θυμελικό θίασο του Καρζή σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο θίασο της Κοτοπούλη και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του «Θεάτρου Αθηνών» και από το επόμενο έτος του «Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου» στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), την '''Λίντα Άλμα''' μετά από μία θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή για τον Κατράκη, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του Μάνου Κατράκη ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε και έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το «Άξιον Εστί» του Ελύτη ή το «Πέντε η ώρα που βραδιάζει» από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του Λόρκα), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το Ταξίδι στα Κύθηρα με σκηνοθέτη το Θόδωρο Αγγελόπουλο- άφησε την τελευταία του πνοή στις 2 Σεπτεμβρίου του 1984, σε ηλικία 76 ετών</del>.</div></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|com=Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">εμπόρου </ins>Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">Κατράκη</ins>. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"γοήτευε" </ins>το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"Κεραυνού" </ins>και μετά στον <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"Αθηναϊκό"</ins>. Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"προστάτης" </ins>της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">'''[[</ins>Κώστας Λελούδας<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">]]''' </ins>θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"Το Λάβαρο Του </ins>'<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">21" </ins>(<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">'28</ins>). Ταυτόχρονα σχεδόν<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">, </ins>συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"Θιάσου Νέων" </ins>του Ανδρέα Παντόπουλου και του <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"Θιάσου </ins>της Μαρίκας Κοτοπούλη<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"</ins>, μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο Εθνικό Θέατρο (1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για τον Κατράκη. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">[[Δημήτρης Μητρόπουλος|'''</ins>Δημήτρη Μητρόπουλο<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">''']]</ins>) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών με την<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">, </ins>επίσης ηθοποιό, <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">'''[[</ins>Άννα Λώρη<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">]]'''</ins>. Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους Λουδοβίκου Λούη, Μήτσου Μυράτ, Βασίλη Αργυρόπουλου και Μαρίκας Κοτοπούλη μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το Εθνικό θέατρο. Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο ΕΑΜ και στην αριστερά, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"</ins>Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">" </ins>συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"</ins>Εθνικό Θέατρο<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">" </ins>για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"δήλωση μετανοίας"</ins>, εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">Άι </ins>Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">'''[[</ins>Γιάννης Ρίτσος<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">]]''' </ins>και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">Άι </ins>Στράτη.</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker" data-marker="−"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #ffe49c; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>'''<del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">Πηγή:</del>''' <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">wikipedia</del></div></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div><ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του </ins>'<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951-1952 διοργανώνει "ποιητικές απογευματινές" στο θέατρο "Μουσούρη". Το 1952 πρωταγωνίστησε στον "Προμηθέα" του Αισχύλου με τον "Θυμελικό θίασο" του Καρζή σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο θίασο της Κοτοπούλη και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του "Θεάτρου Αθηνών" και από το επόμενο έτος του "Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου" στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), την </ins>'''<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">[[Λίντα Άλμα]]</ins>''<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">' μετά από μία θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή για τον Κατράκη, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του Μάνου Κατράκη ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε και έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το "Άξιον Εστί" του Ελύτη ή το "Πέντε Η Ώρα Που Βραδιάζει" από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του Federico Garcia Lorca), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το "Ταξίδι στα Κύθηρα" με σκηνοθέτη τον [[Θόδωρος Αγγελόπουλος|'''Θόδωρο Αγγελόπουλο''']]- άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 76 ετών.</ins></div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|trivia=</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|trivia=</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>}}</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>}}</div></td></tr>
</table>Mandrakehttps://retrodb.gr/wiki/index.php?title=%CE%9C%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%AC%CE%BA%CE%B7%CF%82&diff=146627&oldid=prevMandrake στις 12:36, 31 Αυγούστου 20132013-08-31T12:36:12Z<p></p>
<table style="background-color: #fff; color: #202122;" data-mw="interface">
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<tr class="diff-title" lang="el">
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">← Παλαιότερη αναθεώρηση</td>
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">Αναθεώρηση της 12:36, 31 Αυγούστου 2013</td>
</tr><tr><td colspan="2" class="diff-lineno" id="mw-diff-left-l3">Γραμμή 3:</td>
<td colspan="2" class="diff-lineno">Γραμμή 3:</td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Image: katrakis1.jpg</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Image: katrakis1.jpg</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div></gallery></div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div></gallery></div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker" data-marker="−"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #ffe49c; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>{{ actor</div></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>{{actor</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|dob=14 Αυγούστου 1908</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|dob=14 Αυγούστου 1908</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|dod=2 Σεπτεμβρίου 1984</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|dod=2 Σεπτεμβρίου 1984</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker" data-marker="−"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #ffe49c; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|com=Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου του 1908 στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του έμπορου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο «γοήτευε» το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του «Κεραυνού» και μετά στον «Αθηναϊκό». Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο «προστάτης» της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης Κώστας Λελούδας θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία «Το λάβαρο του '21» (1928). Ταυτόχρονα σχεδόν συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του «Θιάσου Νέων» του Ανδρέα Παντόπουλου και του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη, μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο Εθνικό Θέατρο (1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για τον Κατράκη. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο Δημήτρη Μητρόπουλο) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών, με την επίσης ηθοποιό, Άννα Λώρη. Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους Λουδοβίκου Λούη, Μήτσου Μυράτ, Βασίλη Αργυρόπουλου και Μαρίκας Κοτοπούλη μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το Εθνικό θέατρο. Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο ΕΑΜ και στην αριστερά, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο Εθνικό Θέατρο για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει «δήλωση μετανοίας», εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Αη Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο Γιάννης Ρίτσος και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον Άη Στράτη. Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951 - 1952 διοργανώνει «ποιητικές απογευματινές» στο θέατρο Μουσούρη. Το 1952 πρωταγωνίστησε στον «Προμηθέα» του Αισχύλου με τον Θυμελικό θίασο του Καρζή σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο θίασο της Κοτοπούλη και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του «Θεάτρου Αθηνών» και από το επόμενο έτος του «Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου» στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), την '''Λίντα Άλμα''' μετά από μία θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή για τον Κατράκη, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του Μάνου Κατράκη ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε και έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το «Άξιον Εστί» του Ελύτη ή το «Πέντε η ώρα που βραδιάζει» από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του Λόρκα), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το Ταξίδι στα Κύθηρα με σκηνοθέτη το Θόδωρο Αγγελόπουλο- άφησε την τελευταία του πνοή στις 2 Σεπτεμβρίου του 1984, σε ηλικία 76 ετών.</div></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|com=Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου του 1908 στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του έμπορου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο «γοήτευε» το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του «Κεραυνού» και μετά στον «Αθηναϊκό». Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο «προστάτης» της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης Κώστας Λελούδας θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία «Το λάβαρο του '21» (1928). Ταυτόχρονα σχεδόν συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του «Θιάσου Νέων» του Ανδρέα Παντόπουλου και του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη, μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο Εθνικό Θέατρο (1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για τον Κατράκη. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο Δημήτρη Μητρόπουλο) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών, με την επίσης ηθοποιό, Άννα Λώρη. Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους Λουδοβίκου Λούη, Μήτσου Μυράτ, Βασίλη Αργυρόπουλου και Μαρίκας Κοτοπούλη μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το Εθνικό θέατρο. Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο ΕΑΜ και στην αριστερά, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο Εθνικό Θέατρο για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει «δήλωση μετανοίας», εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Αη Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο Γιάννης Ρίτσος και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον Άη Στράτη. Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951-1952 διοργανώνει «ποιητικές απογευματινές» στο θέατρο <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"</ins>Μουσούρη<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">"</ins>. Το 1952 πρωταγωνίστησε στον «Προμηθέα» του Αισχύλου με τον Θυμελικό θίασο του Καρζή σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο θίασο της Κοτοπούλη και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του «Θεάτρου Αθηνών» και από το επόμενο έτος του «Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου» στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), την '''Λίντα Άλμα''' μετά από μία θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή για τον Κατράκη, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του Μάνου Κατράκη ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε και έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το «Άξιον Εστί» του Ελύτη ή το «Πέντε η ώρα που βραδιάζει» από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του Λόρκα), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το Ταξίδι στα Κύθηρα με σκηνοθέτη το Θόδωρο Αγγελόπουλο- άφησε την τελευταία του πνοή στις 2 Σεπτεμβρίου του 1984, σε ηλικία 76 ετών.</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>'''Πηγή:''' wikipedia</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>'''Πηγή:''' wikipedia</div></td></tr>
</table>Mandrakehttps://retrodb.gr/wiki/index.php?title=%CE%9C%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%AC%CE%BA%CE%B7%CF%82&diff=69647&oldid=prevMandrake στις 03:03, 16 Μαρτίου 20112011-03-16T03:03:27Z<p></p>
<table style="background-color: #fff; color: #202122;" data-mw="interface">
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<tr class="diff-title" lang="el">
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">← Παλαιότερη αναθεώρηση</td>
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">Αναθεώρηση της 03:03, 16 Μαρτίου 2011</td>
</tr><tr><td colspan="2" class="diff-lineno" id="mw-diff-left-l7">Γραμμή 7:</td>
<td colspan="2" class="diff-lineno">Γραμμή 7:</td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|dod=2 Σεπτεμβρίου 1984</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|dod=2 Σεπτεμβρίου 1984</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker" data-marker="−"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #ffe49c; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|com=Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου του 1908 στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του έμπορου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο «γοήτευε» το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του «Κεραυνού» και μετά στον «Αθηναϊκό». Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο «προστάτης» της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης Κώστας Λελούδας θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία «Το λάβαρο του '21» (1928). Ταυτόχρονα σχεδόν συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του «Θιάσου Νέων» του Ανδρέα Παντόπουλου και του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη, μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο Εθνικό Θέατρο (1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για τον Κατράκη. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο Δημήτρη Μητρόπουλο) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών, με την επίσης ηθοποιό, Άννα Λώρη. Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους Λουδοβίκου Λούη, Μήτσου Μυράτ, Βασίλη Αργυρόπουλου και Μαρίκας Κοτοπούλη μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το Εθνικό θέατρο. Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο ΕΑΜ και στην αριστερά, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο Εθνικό Θέατρο για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει «δήλωση μετανοίας», εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Αη Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο Γιάννης Ρίτσος και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον Άη Στράτη. Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951 - 1952 διοργανώνει «ποιητικές απογευματινές» στο θέατρο Μουσούρη. Το 1952 πρωταγωνίστησε στον «Προμηθέα» του Αισχύλου με τον Θυμελικό θίασο του Καρζή σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο θίασο της Κοτοπούλη και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του «Θεάτρου Αθηνών» και από το επόμενο έτος του «Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου» στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">τη </del>Λίντα Άλμα μετά από μία θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή για τον Κατράκη, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του Μάνου Κατράκη ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε και έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το «Άξιον Εστί» του Ελύτη ή το «Πέντε η ώρα που βραδιάζει» από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του Λόρκα), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το Ταξίδι στα Κύθηρα με σκηνοθέτη το Θόδωρο Αγγελόπουλο- άφησε την τελευταία του πνοή στις 2 Σεπτεμβρίου του 1984, σε ηλικία 76 ετών.</div></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|com=Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου του 1908 στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του έμπορου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο «γοήτευε» το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του «Κεραυνού» και μετά στον «Αθηναϊκό». Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο «προστάτης» της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης Κώστας Λελούδας θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία «Το λάβαρο του '21» (1928). Ταυτόχρονα σχεδόν συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του «Θιάσου Νέων» του Ανδρέα Παντόπουλου και του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη, μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο Εθνικό Θέατρο (1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για τον Κατράκη. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο Δημήτρη Μητρόπουλο) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών, με την επίσης ηθοποιό, Άννα Λώρη. Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους Λουδοβίκου Λούη, Μήτσου Μυράτ, Βασίλη Αργυρόπουλου και Μαρίκας Κοτοπούλη μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το Εθνικό θέατρο. Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο ΕΑΜ και στην αριστερά, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο Εθνικό Θέατρο για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει «δήλωση μετανοίας», εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Αη Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο Γιάννης Ρίτσος και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον Άη Στράτη. Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951 - 1952 διοργανώνει «ποιητικές απογευματινές» στο θέατρο Μουσούρη. Το 1952 πρωταγωνίστησε στον «Προμηθέα» του Αισχύλου με τον Θυμελικό θίασο του Καρζή σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο θίασο της Κοτοπούλη και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του «Θεάτρου Αθηνών» και από το επόμενο έτος του «Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου» στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), <ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">την '''</ins>Λίντα Άλμα<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">''' </ins>μετά από μία θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή για τον Κατράκη, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του Μάνου Κατράκη ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε και έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το «Άξιον Εστί» του Ελύτη ή το «Πέντε η ώρα που βραδιάζει» από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του Λόρκα), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το Ταξίδι στα Κύθηρα με σκηνοθέτη το Θόδωρο Αγγελόπουλο- άφησε την τελευταία του πνοή στις 2 Σεπτεμβρίου του 1984, σε ηλικία 76 ετών.</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>'''Πηγή:''' wikipedia</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>'''Πηγή:''' wikipedia</div></td></tr>
</table>Mandrakehttps://retrodb.gr/wiki/index.php?title=%CE%9C%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%AC%CE%BA%CE%B7%CF%82&diff=69646&oldid=prevMandrake στις 03:02, 16 Μαρτίου 20112011-03-16T03:02:46Z<p></p>
<table style="background-color: #fff; color: #202122;" data-mw="interface">
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<col class="diff-marker" />
<col class="diff-content" />
<tr class="diff-title" lang="el">
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">← Παλαιότερη αναθεώρηση</td>
<td colspan="2" style="background-color: #fff; color: #202122; text-align: center;">Αναθεώρηση της 03:02, 16 Μαρτίου 2011</td>
</tr><tr><td colspan="2" class="diff-lineno" id="mw-diff-left-l3">Γραμμή 3:</td>
<td colspan="2" class="diff-lineno">Γραμμή 3:</td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Image: katrakis1.jpg</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>Image: katrakis1.jpg</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div></gallery></div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div></gallery></div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker" data-marker="−"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #ffe49c; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>{{ actor |dob=<del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">1909-1984</del></div></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>{{ actor</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker" data-marker="−"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #ffe49c; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|<del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">com</del>=<del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου του 1908 στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του έμπορου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο «γοήτευε» το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του «Κεραυνού» και μετά στον «Αθηναϊκό». Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο «προστάτης» της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης Κώστας Λελούδας θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία «Το λάβαρο του '21» (1928). Ταυτόχρονα σχεδόν συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του «Θιάσου Νέων» του Ανδρέα Παντόπουλου και του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη, μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο Εθνικό Θέατρο (1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για τον Κατράκη. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο Δημήτρη Μητρόπουλο) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών, με την επίσης ηθοποιό, Άννα Λώρη. Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους Λουδοβίκου Λούη, Μήτσου Μυράτ, Βασίλη Αργυρόπουλου και Μαρίκας Κοτοπούλη μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το Εθνικό θέατρο. Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο ΕΑΜ και στην αριστερά, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο Εθνικό Θέατρο για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει «δήλωση μετανοίας», εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Αη Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο Γιάννης Ρίτσος και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον Άη Στράτη. Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951 - 1952 διοργανώνει «ποιητικές απογευματινές» στο θέατρο Μουσούρη. Το 1952 πρωταγωνίστησε στον «Προμηθέα» του Αισχύλου με τον Θυμελικό θίασο του Καρζή σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο θίασο της Κοτοπούλη και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του «Θεάτρου Αθηνών» και από το επόμενο έτος του «Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου» στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), τη Λίντα Άλμα μετά από μία θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή για τον Κατράκη, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του Μάνου Κατράκη ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε και έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το «Άξιον Εστί» του Ελύτη ή το «Πέντε η ώρα που βραδιάζει» από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του Λόρκα), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το Ταξίδι στα Κύθηρα με σκηνοθέτη το Θόδωρο Αγγελόπουλο- άφησε την τελευταία του πνοή στις </del>2 Σεπτεμβρίου <del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">του </del>1984<del style="font-weight: bold; text-decoration: none;">, σε ηλικία 76 ετών. (πηγή: wikipedia)</del></div></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|dob=<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">14 Αυγούστου 1908</ins></div></td></tr>
<tr><td colspan="2"></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>|<ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">dod</ins>=2 Σεπτεμβρίου 1984</div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td colspan="2"></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div><ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">|com=Ο Μάνος Κατράκης γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου του 1908 στο Καστέλι Κισσάμου, στην Κρήτη. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του έμπορου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Τον μικρό Μάνο «γοήτευε» το ποδόσφαιρο. Έπαιζε αρχικά στην ομάδα του «Κεραυνού» και μετά στον «Αθηναϊκό». Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο «προστάτης» της οικογένειας καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννης είναι ήδη ξενιτεμένος στην Αμερική. Γρήγορα πάντως το ταλέντο του θα ανακαλυφθεί. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή στην Αθήνα το 1927. Ο σκηνοθέτης Κώστας Λελούδας θα ενθουσιαστεί από το μπρίο και τη δυναμικότητα του νεαρού και έτσι ένα χρόνο αμέσως μετά θα παίξει στην πρώτη βουβή ταινία «Το λάβαρο του '21» (1928). Ταυτόχρονα σχεδόν συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις τοπικών θιάσων, όπως του «Θιάσου Νέων» του Ανδρέα Παντόπουλου και του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη, μέχρις ότου καταφέρνει να μπει στο Εθνικό Θέατρο (1931). Από κει και πέρα όλα άλλαξαν ραγδαία για τον Κατράκη. Η δεκαετία του '30 έφερε την καταξίωσή του στο θεατρικό σανίδι, τη γνωριμία του με εξέχουσες προσωπικότητες του καιρού (όπως ήταν η φιλία του με τον μαέστρο Δημήτρη Μητρόπουλο) αλλά και τον πρώτο του γάμο, σε ηλικία 25 ετών, με την επίσης ηθοποιό, Άννα Λώρη. Από το 1933 έπαιξε κατά σειρά με τους θιάσους Λουδοβίκου Λούη, Μήτσου Μυράτ, Βασίλη Αργυρόπουλου και Μαρίκας Κοτοπούλη μέχρι το 1935 όταν επαναπροσλήφθηκε από το Εθνικό θέατρο. Ο γάμος του τέλειωσε σύντομα και γρήγορα ήρθε ο πόλεμος κι η κατοχή. Συμμετείχε στο μέτωπο και πολέμησε γενναία αλλά δραματικά γεγονότα στιγμάτισαν την τότε ζωή του: ένας δεύτερος γάμος που κι αυτός δεν ορθοπόδησε, ο χαμός κατά τη γέννα των μοναδικών δίδυμων παιδιών του, η ένταξή του στο ΕΑΜ και στην αριστερά, που τον έβαλαν αργότερα στο στόχαστρο των συντηρητικών παρατάξεων. Το 1943, όταν ανέλαβε Πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946 όταν επαναπροσλήφθηκε στο Εθνικό Θέατρο για ένα έτος. Τότε, αρνούμενος να υπογράψει «δήλωση μετανοίας», εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Αη Στράτη, μέχρι το 1952. Η φιλία του και η κοινή πορεία με συναγωνιστές του, όπως ο Γιάννης Ρίτσος και ο Γιάννης Χοντζέας, τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τις δραματικές αυτές στιγμές. Ταυτόχρονα είχε τη δύναμη να εμψυχώνει όποιον συναντούσε στη Μακρόνησο και στον Άη Στράτη. Όταν πια στις αρχές της δεκαετίας του '50 επιστρέφει στην Αθήνα οριστικά, το μετεμφυλιακό κλίμα είναι βαρύ. Λίγες πόρτες ανοιχτές, λίγες δουλειές. Αναγκάζεται να εργαστεί ευκαιριακά (στο ραδιόφωνο στην αρχή) αλλά σιγά-σιγά κατορθώνει να πάρει μικρούς ή μεγαλύτερους ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Επίσης το 1951 - 1952 διοργανώνει «ποιητικές απογευματινές» στο θέατρο Μουσούρη. Το 1952 πρωταγωνίστησε στον «Προμηθέα» του Αισχύλου με τον Θυμελικό θίασο του Καρζή σε Δελφούς και Αθήνα όπου μετά την παράσταση δέχεται την έκφραση συγχαρητηρίων από τους Βασιλείς. Ακολούθως πρωταγωνίστησε στο θίασο της Κοτοπούλη και το 1953 οργάνωσε δικό του θίασο. Από του 1954 είναι πρωταγωνιστής του «Θεάτρου Αθηνών» και από το επόμενο έτος του «Εθνικού Λαϊκού Θεάτρου» στο οποίο ανέβαιναν συνεχώς παραστάσεις και με μεγάλη επιτυχία. Στα 1954 θα γνωρίσει την πιο σημαντική σύντροφο της ζωής του και μετέπειτα σύζυγό του (τρίτη και τελευταία), τη Λίντα Άλμα μετά από μία θεατρική πρεμιέρα. Από κείνη τη μέρα και μετά δε θα τους ξαναχωρίσει τίποτα, μονάχα ο θάνατος του μεγάλου ηθοποιού, τριάντα χρόνια αργότερα. Η επόμενη περίοδος ήταν η πιο λαμπρή για τον Κατράκη, τον καθιέρωσε και τον καταξίωσε ως μεγάλο άνθρωπο της τέχνης στη συνείδηση όλων. Οι μεγάλες αγάπες του Μάνου Κατράκη ήταν εκτός από το θέατρο και την τέχνη γενικότερα (σκιτσάριζε και έγραφε ποίηση), οι γυναίκες και ο ιππόδρομος. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτά του τα πάθη, ωστόσο το μόνο αναμφισβήτητο είναι το αστείρευτο και φυσικό του ταλέντο, η υπέροχη φωνή του (π.χ. όταν απαγγέλλει το «Άξιον Εστί» του Ελύτη ή το «Πέντε η ώρα που βραδιάζει» από το θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας του Λόρκα), τα αδιαπραγμάτευτα ιδανικά του. Η συνεχής καταπόνηση του οργανισμού του δημιούργησε με τον καιρό προβλήματα και η υγεία του εξασθένησε. Μανιώδης καπνιστής σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυστηρό πρόγραμμα θεραπείας. Έτσι, λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε -το Ταξίδι στα Κύθηρα με σκηνοθέτη το Θόδωρο Αγγελόπουλο- άφησε την τελευταία του πνοή στις 2 Σεπτεμβρίου του 1984, σε ηλικία 76 ετών.</ins></div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><br/></td></tr>
<tr><td colspan="2"></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div><ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">'''Πηγή:''' wikipedia</ins></div></td></tr>
<tr><td colspan="2"></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div><ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;"></ins></div></td></tr>
<tr><td colspan="2"></td><td class="diff-marker" data-marker="+"></td><td style="color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #a3d3ff; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div><ins style="font-weight: bold; text-decoration: none;">|trivia=</ins></div></td></tr>
<tr><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>}}</div></td><td class="diff-marker"></td><td style="background-color: #f8f9fa; color: #202122; font-size: 88%; border-style: solid; border-width: 1px 1px 1px 4px; border-radius: 0.33em; border-color: #eaecf0; vertical-align: top; white-space: pre-wrap;"><div>}}</div></td></tr>
</table>Mandrake